εντομοκτόνα

εντομοκτόνα
Χημικά προϊόντα για την καταπολέμηση των βλαβερών εντόμων. Ανάλογα με τον τρόπο που δρουν πάνω στα έντομα, τα ε. διαιρούνται σε τέσσερις ομάδες. Στην πρώτη, περιλαμβάνονται στομαχικά δηλητήρια, τα οποία εισέρχονται στον οργανισμό από το στόμα και περιέχουν ανόργανες ενώσεις του αρσενικού (ασβέστιο, μαγνήσιο, αρσενικό, μόλυβδο) και μία ομάδα ειδικών παρασκευασμάτων που χρησιμοποιούνται για την προστασία του μαλλιού και της γούνας από τον σκόρο. Η δεύτερη, περιλαμβάνει δηλητήρια που εισέρχονται στο σώμα με την επαφή (DDT) και περιέχουν οργανικές ενώσεις του φωσφόρου, του χρωμίου, του αζώτου κ.ά. Στην τρίτη κατηγορία ανήκουν τα δηλητήρια που απορροφώνται από τις ρίζες και τα φύλλα των φυτών μαζί με τα θρεπτικά συστατικά και τα καθιστούν δηλητηριώδη για τα παρασιτικά έντομα. Και στην τελευταία ανήκουν τα καπνογόνα ή εισπνευστικά ε. Εισέρχονται στον οργανισμό των εντόμων κατά την αναπνοή με μορφή ατμού ή αερίου. Αυτά περιέχουν πυριτικές ενώσεις και ορυκτά έλαια, τα οποία αναστέλλουν τις αναπνευστικές λειτουργίες των εντόμων. Ο παραπάνω διαχωρισμός των ε. είναι ωστόσο εμπειρικός, μια και τα περισσότερα από αυτά μπορούν να εισέλθουν στον οργανισμό ταυτόχρονα και με ποικίλους τρόπους. Οι ζημιές που προκαλούνται από μολύνσεις εντόμων σε όλο τον κόσμο ανέρχονται σε δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ, και αυτό μόνο στον γεωργικό τομέα. Κατά συνέπεια, η συνολική παραγωγή ε. αυξάνει. Παράλληλα όμως, η παραγωγή ε. ανοργάνων, όπως ενώσεων του αρσενικού και του φθορίου, μειώνεται εξαιτίας της υψηλής τους τοξικότητας. Μάλιστα, σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, η παραγωγή τέτοιων ε. έχει σταματήσει εντελώς. Η αύξηση όμως της συνολικής παραγωγής οφείλεται στην παρασκευή νέων οργανικών ενώσεων. Τα ε. που θεωρούνται κατάλληλα και κυκλοφορούν ελεύθερα σε όλο τον κόσμο ανέρχονται σε περισσότερα από διακόσια. Σήμερα, τα υλικά που χρησιμοποιούνται περισσότερο είναι οργανικές ενώσεις φωσφόρου, χλωρίου και παράγωγα καρβαμιδικού οξέος. Τα ε. κυκλοφορούν σε ποικίλες μορφές όπως spray, σκόνες, γαλακτώματα ή αιωρήματα και υδρόφιλες σκόνες. Ανάλογα με τον βαθμό τοξικότητας, διακρίνονται σε ισχυρά δραστικά, υψηλά τοξικά, μέτρια τοξικά και χαμηλής τοξικότητας. Η διάρκεια της δράσης τους σε φυτά ή ζώα ποικίλλει από μία μέρα έως μερικά χρόνια. Οι κανόνες, οι σχετικοί με τη χρησιμοποίηση και τη μεταφορά των ε., πρέπει να τηρούνται αυστηρά για να προλαμβάνονται οι επιβλαβείς συνέπειες, όπως μολύνσεις δεξαμενών νερού, δηλητηριάσεις μελισσών και φυτικών ή ζωικών προϊόντων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αντικρυπτογαμικά και αντιπαρασιτικά — Με τον όρο αντικρυπτογαμικά χαρακτηρίζονται, με ευρεία έννοια, όλα τα επεξεργασμένα προϊόντα ή οι απλές ουσίες που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση εκείνων των ασθενειών των φυτών που οφείλονται σε φυτικά παράσιτα. Τα αντιπαρασιτικά –αν και… …   Dictionary of Greek

  • ανωφελής — Γένος διπτέρων εντόμων της οικογένειας των κωνωπιδών, στην οποία ανήκουν έντομα που μοιάζουν με τα κοινά κουνούπια. Το θηλυκό απομυζά το αίμα του ανθρώπου και άλλων σπονδυλωτών και μπορεί να μεταδώσει ένα πρωτόζωο, παράσιτο του αίματος, το… …   Dictionary of Greek

  • κηροπλάστης — Είδος εντόμου της οικογένειας των κοκκιδών, της τάξης των ομοπτέρων, γνωστό και με την κοινή ονομασία ψώρα της συκιάς. Η επιστημονική του ονομασία είναι Ceroplastes ceriferus. Το έντομο αυτό εκκρίνει ένα παχύ στρώμα κεριού, κάτω από το οποίο ζει …   Dictionary of Greek

  • μύγα — (musca domestica). Έντομο της οικογένειας των μιιδών, της τάξης των διπτέρων. Το κεφάλι φέρει μεγάλους σύνθετους οφθαλμούς, κεραίες κοντές και στοματικά όργανα μυζητικού τύπου, που αποτελούνται κυρίως από το κάτω χείλος, επίμηκες σαν προβοσκίδα,… …   Dictionary of Greek

  • παρασιτοκτονία — Η καταστροφή των πολυκύτταρων ζωικών οργανισμών που είναι βλαβεροί για τον άνθρωπο, είτε αυτοί οι ίδιοι είτε ως φορείς ασθενειών. Η καταπολέμηση μπορεί να γίνει στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό του οργανισμού· στην πρώτη περίπτωση η π. συμπίπτει με… …   Dictionary of Greek

  • ανθονόμος — Γένος κολεοπτέρων εντόμων της οικογένειας των κουρκουλιονιδών. Στην Ευρώπη ζουν περίπου 30 είδη. Το μήκος του σώματός τους είναι 5 7,5 χιλιοστά και το χρώμα τους κυμαίνεται από ανοιχτό έως σκούρο καφέ. Τα κυριότερα από τα είδη είναι τα ακόλουθα:… …   Dictionary of Greek

  • αρσενικό — Χημικό στοιχείο της πέμπτης ομάδας του περιοδικού συστήματος με σύμβολο As και ατομικό αριθμό 33. Το α. βρίσκεται στη φύση με τη μορφή διαφόρων ενώσεων, από τις οποίες σημαντικότερες είναι o αρσενοπυρίτης ή διπλά θειούχα άλατα α. και σιδήρου, το… …   Dictionary of Greek

  • αχλαδιά — Α. ονομάζονται όλες οι ποικιλίες με εδώδιμους καρπούς που προήλθαν από φυσική ή τεχνητή διασταύρωση μεταξύ ποικιλιών κυρίως της άγριας α. (απιδέαπύρρος ο κοινός), φυλλοβόλου, αυτοφυούς δενδρυλλίου της Ευρώπης, της Μικράς Ασίας και της… …   Dictionary of Greek

  • δάκος — Δίπτερο έντομο της οικογένειας των μυιιδών. Μοιάζει με την κοινή μύγα και αποτελεί τον πιο καταστρεπτικό και δυσεξόντωτο εχθρό της ελιάς. Ζει και πολλαπλασιάζεται κυρίως στις παραθαλάσσιες χώρες της Μεσογείου, κατά μήκος της ζώνης της ελιάς. Έχει …   Dictionary of Greek

  • δηλητηρίαση — Παθολογική κατάσταση που προκαλείται από διαλυτές ουσίες, οι οποίες ονομάζονται δηλητήρια και δρουν χημικά στους οργανικούς ιστούς, αλλοιώνοντας τη δομή τους ή διαταράσσοντας τη λειτουργία τους. Η δ. διακρίνεται σε οξεία και σε χρόνια. Η οξεία… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”